Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2013

Το «success story» των πτωχεύσεων

Ο επιχειρηματικός κόσμος επιδιώκει να βγάλει τα σπασμένα της κρίσης, διεκδικώντας διάλυση των εργασιακών σχέσεων, μειώσεις φόρων, ασφαλιστικών εισφορών, ενεργειακού κόστους και περικοπές αποδοχών, αλλά δεν βάζει το χέρι στην τσέπη ούτε για να χρηματοδοτήσει την επιβίωση των ίδιων των επιχειρήσεών του

Εκατοντάδες μεγάλες και μικρότερες επιχειρήσεις βρέθηκαν εκτός αγοράς τα τελευταία χρόνια, καθώς δεν μπόρεσαν να αντεπεξέλθουν στην κάθετη μείωση της κατανάλωσης και αδυνατούν εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους

Του Βασίλη Γεώργα

Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση καλλιεργεί εντατικά τον φανταστικό μύθο του ελληνικού «success story», στον κόσμο της πραγματικής οικονομίας βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη το δράμα των λουκέτων με πρωταγωνιστές δεκάδες μικρές και μεγαλύτερες επιχειρήσεις που κατεβάζουν ρολά και χιλιάδες εργαζομένους που πετιούνται στον δρόμο απλήρωτοι και χωρίς καν τις νόμιμες αποζημιώσεις.

Τα πρωτοδικεία σε όλη τη χώρα δεν προλαβαίνουν να εκδικάζουν πτωχεύσεις και αιτήσεις υπαγωγής επιχειρήσεων στο άρθρο 99. Μόνο τα τελευταία 4 χρόνια έχουν υποβληθεί πάνω από 2.000 αιτήματα, με βασικό στόχο όχι την εξυγίανση των επιχειρήσεων, αλλά την προστασία των μεγαλομετόχων τους. Τα ειρηνοδικεία έχουν μετατραπεί σε αποκούμπι για περισσότερες από 80.000 υπερχρεωμένες οικογένειες που ζητούν να πτωχεύσουν με δικαστική προστασία από τις τράπεζες μέσω του νόμου Κατσέλη.

Οι παραδοσιακοί βιομήχανοι της Ελλάδας κλείνουν παραγωγικές μονάδες, απολύουν μαζικά εργαζομένους και μεταφέρουν ο ένας μετά τον άλλο τη φορολογική και χρηματοοικονομική έδρα των επιχειρήσεών τους στο εξωτερικό, ενώ το τραπεζικό σύστημα που ανακεφαλαιοποιήθηκε μόλις τον περασμένο Ιούνιο με πάνω από 50 δισ. ευρώ από τα χρήματα των φορολογουμένων, όχι μόνο εξακολουθεί να κρατά κλειστές τις στρόφιγγες των χορηγήσεων, αλλά αποσύρει συστηματικά ρευστότητα από την αγορά.

Δεν επενδύουν


Φυσικά η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί δεν αφορά μόνο τις ευθύνες της κυβέρνησης. Με την ύφεση να έχει στερήσει περισσότερα από 45 δισ. ευρώ από την αγορά, ο επιχειρηματικός κόσμος από τη μια επιδιώκει να βγάλει τα σπασμένα της κρίσης διεκδικώντας διάλυση των εργασιακών σχέσεων, μειώσεις φόρων, ασφαλιστικών εισφορών, ενεργειακού κόστους και περικοπές σε αποδοχές και συντάξεις, αλλά από την άλλη δεν βάζει το χέρι στην τσέπη, όχι για επενδύσεις, αλλά ούτε για να χρηματοδοτήσει την επιβίωση των ίδιων των επιχειρήσεών του.

Οσο κι αν η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει με παράτες, λογιστικά τερτίπια και επικοινωνιακούς όρους ότι η στροφή είναι κοντά, τόσο διαψεύδεται από την καθημερινή πραγματικότητα, που τα τελευταία 24ωρα ξεχειλίζει από δυσάρεστες «εκπλήξεις» καθώς προστίθενται διαρκώς νέοι κρίκοι στη μακρά αλυσίδα των λουκέτων στην αγορά.

Από την απόφαση της Βιοχάλκο να μεταφέρει (έναν χρόνο μετά την Coca Cola και τη ΦΑΓΕ) την έδρα της στις Βρυξέλλες, προκειμένου να αναχρηματοδοτήσει φτηνότερα τα δάνειά της ύψους 1,1 δισ. ευρώ, μέχρι το προχθεσινό λουκέτο στον όμιλο Sprider που πλέον αφήνει στον δρόμο και τους τελευταίους 890 εργαζομένους (από τους 2.100 προ διετίας), δεν πέρασαν ούτε δύο εβδομάδες.

Στο μεσοδιάστημα, στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά έληξε η περίοδος της εκ περιτροπής εργασίας που είχε επιβληθεί και οι 1.100 εργαζόμενοι βρίσκονται πλέον στον αέρα, καθώς είναι απλήρωτοι και οι εργασίες έχουν «παγώσει», στη Θεσσαλονίκη η εταιρεία Fokas που έχει αιτηθεί υπαγωγή στο άρθρο 99 υπέστη έξωση από την ιδιοκτήτρια Μονή Αγίας Θεοδώρας (πήρε όμως μια μικρή παράταση), το Πρωτοδικείο Αθηνών απέρριψε την αίτηση υπαγωγής της τεχνικής εταιρείας Αττι-Κατ, ενώ αντίθετα έκανε δεκτό το αίτημα του ομίλου Μπ. Βωβός, ο οποίος έχει ουσιαστικά χρεοκοπήσει με τραπεζικά χρέη 730 εκατ. ευρώ, με απλήρωτους τους εργαζομένους του και υποθηκευμένο το σύνολο της ακίνητης περιουσίας του.

Μέσα στην καλοκαιρινή ραστώνη και ενόσω η προσοχή της κυβέρνησης ήταν στραμμένη στη δημιουργία εντυπώσεων διά της παρουσίασης πρωτογενών πλεονασμάτων, ο όμιλος Nutriart (Αλλατίνη-Κατσέλης) κατέθετε αίτηση πτώχευσης αφήνοντας μετέωρους περίπου 500 –εναπομείναντες- εργαζομένους. Επίσης η Δίας Ιχθυοκαλλιέργειες, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου με 505 εργαζομένους, ζήτησε να μπει και αυτή στο άρθρο 99, ενώ η ιστορική ταπητουργία Fintexport πτώχευε.

Κατεβάζουν ρολά για χρέη

Την ίδια περίοδο η γνωστή βιομηχανία Neoset, που απασχολούσε περίπου 350 εργαζομένους, κατέβαζε ρολά από τα χρέη, παραμένοντας ωστόσο μέσα στην αγορά μέσω μιας άλλης εταιρείας (Furniture New Line) η οποία εμφανίζεται να διαχειρίζεται το σήμα της. Η γαλακτοβιομηχανία ΑΓΝΟ (340 απλήρωτοι εργαζόμενοι) που ανήκει στην εταιρεία Κολιός βρίσκεται μετέωρη καθώς τον Σεπτέμβριο απορρίφθηκε το αίτημά της για υπαγωγή στο 99 και απειλείται με πτώχευση.

Νωρίτερα φέτος, ανήμερα της 25ης Μαρτίου, η γαλλική Lafarge έβαλε λουκέτο έπειτα από 89 χρόνια στα Τσιμέντα Χαλκίδας όπου απασχολούνταν 230 εργαζόμενοι. Είχε προηγηθεί το κλείσιμο του εργοστασίου της Pepsico – ΗΒΗ στο Λουτράκι δύο μήνες νωρίτερα, αλλά και το λουκέτο του εργοστασίου της βιομηχανίας ξύλου Shelman στη Χαλκίδα και οι απολύσεις του προσωπικού. Η εταιρεία μαζί με τη μητρική της Alfa Wood, όπου πριν από μια πενταετία απασχολούσαν πάνω από 1.000 εργαζομένους, βρίσκονται σήμερα ένα βήμα πριν από την πτώχευση με τεράστια χρέη και συσσωρευμένες ζημιές, αναζητώντας προστασία στο άρθρο 99.

Μείωση κατανάλωσης

Δεκάδες άλλες μεγάλες και μικρότερες επιχειρήσεις βρέθηκαν εκτός αγοράς τα προηγούμενα χρόνια καθώς δεν μπόρεσαν να αντεπεξέλθουν στην κάθετη μείωση της κατανάλωσης και την εξυπηρέτηση των δανείων τους.

Η Alex Pak δεν υπάρχει σήμερα, το ίδιο και η Καπνοβιομηχανία Γεωργιάδης, ενώ η Χαρτοποιία Θράκης – Diana πτώχευσε πέρυσι το καλοκαίρι. Η Γλου που αντιπροσώπευε την Puma έχει περιορίσει δραστικά τις δραστηριότητές της, η βιομηχανία Filkeram, η Fulgor, η Bodyline, η KLT Energy, η Imperio και δεκάδες άλλες.

Παράλληλα από τον εγχώριο επιχειρηματικό χάρτη έσπευσαν να διαγραφούν οικειοθελώς πολλές μεγάλες πολυεθνικές διαβλέποντας τη βουτιά της κατανάλωσης. Η γαλλική Carrefour παρέδωσε τα κλειδιά των φερώνυμων σουπερμάρκετ στον όμιλο Μαρινόπουλου, οι πετρελαϊκές Shell και BP αντίστοιχα στις εταιρείες Motor Oil και ΕΛΠΕ, η Credit Agricole (Εμπορική) στην Alpha Bank, ενώ αποχώρησαν εταιρείες όπως η γερμανική Aldi, η Saturn, η Fnac, η Plus και άλλες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου